Διάγνωση Σακχαρώδους Διαβήτη
Η διάγνωση του Σακχαρώδους διαβήτη γίνεται όταν έχουμε δύο ξεχωριστές μετρήσεις σακχάρου νηστείας ίσης/μεγαλύτερης από 126 mg/dl
ή μία μέτρηση ίση/μεγαλύτερη του 200 mg/dl κατόπιν 2 ωρών από τη λήψη 75 γραμμαρίων γλυκόζης στα πλαίσια καμπύλης σακχάρου
ή μία τυχαία μέτρηση σακχάρου ίσης/μεγαλύτερης του 200 mg/dl σε ασθενή με πολυουρία, πολυδιψία και απώλεια βάρους.Ως σάκχαρο νηστείας ορίζεται το σάκχαρο που μετράται κατόπιν νηστείας για 8 ώρες με κλασική αιμοληψία από φλέβα. Οι μετρήσεις με σακχαρόμετρο είναι ενδεικτικές, συχνά μη ακριβείς και δεν έχουν θέση στη διάγνωση της νόσου αλλά στην παρακολούθηση.
ή μία μέτρηση ίση/μεγαλύτερη του 200 mg/dl κατόπιν 2 ωρών από τη λήψη 75 γραμμαρίων γλυκόζης στα πλαίσια καμπύλης σακχάρου
ή μία τυχαία μέτρηση σακχάρου ίσης/μεγαλύτερης του 200 mg/dl σε ασθενή με πολυουρία, πολυδιψία και απώλεια βάρους.Ως σάκχαρο νηστείας ορίζεται το σάκχαρο που μετράται κατόπιν νηστείας για 8 ώρες με κλασική αιμοληψία από φλέβα. Οι μετρήσεις με σακχαρόμετρο είναι ενδεικτικές, συχνά μη ακριβείς και δεν έχουν θέση στη διάγνωση της νόσου αλλά στην παρακολούθηση.
Αξίζει να τονιστεί ότι η γλυκοζυλιωμένη αιμοσφαιρίνη (HbA1c) δεν είναι απαραίτητη για τη διάγνωση του σακχαρώδους διαβήτη, είναι όμως πολύ απαραίτητη για την παρακολούθηση ενός διαβητικού. Από τον Ιανουάριο του 2011, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας απόφάσισε να την εισαγάγει στο διαγνωστικό αλγόριθμο, λόγω κυρίως της ευκολίας που έχει ως εξέταση. Είναι απαραίτητο όμως το εργαστήριο που κάνει την μέτρηση να χρησιμοποιεί συγκεκριμένη , πιστοποιημένη τεχνική.