Αυξημένο ουρικό οξύ/υπερουριχαιμία
Τα υψηλά επίπεδα ουρικού οξέως στο αίμα, δηλαδή η υπερουριχαιμία, μπορεί να οφείλεται σε 15% των περιπτώσεων σε αυξημένη παραγωγή του και στο υπόλοιπο 85% των περιπτώσεων σε μειωμένη/ελαττωματική αποβολή του από τον οργανισμό. Επίσης, συγκεκριμένα φάρμακα προκαλούν αύξησή του στο αίμα, όπως για παράδειγμα τα ευρέως χρησιμοποιούμενα διουρητικά.
Μειωμένη αποβολή ουρικού οξέως έχουμε στη χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, στην πρωτοπαθή ουρική αρθρίτιδα ( ποδάγρα στο 60% των περιπτώσεων), στον υπερπαραθυρεοειδισμό, στην προεκλαμψία των εγκύων. Ιδιαίτερα η κρίση ουρικής αρθρίτιδος, μία αιφνίδια επώδυνη διόγκωση άρθρωσης, ταλαιπωρεί πάνω από το 5% του πληθυσμού και κυρίως τους άνδρες. Οφείλεται στην εναπόθεση κρυστάλλων ουρικού οξέως στις αρθρώσεις του αστραγάλου, του καρπού, του αγκώνος, των δακτύλων των άνω και κάτω άκρων. Συσχετίζεται με υπέρταση, καρδιακή νόσο και παχυσαρκία.
Αυξημένη παραγωγή ουρικού οξέως έχουμε σε παθήσεις του αίματος , σε καταστροφή των μυών του σώματος ( ραβδομυόλυση ), σε καρκινοπαθείς που λαμβάνουν χημειοθεραπεία (σύνδρομο τοξικής λύσεως του όγκου ).
Η ορθή αντιμετώπιση έγκειται αρχικά στην ορθή διάγνωση. Είναι απαραίτητος ο κατάλληλος κλινικοεργαστηριακός έλεγχος και κλινική εξέταση από τον αρμόδιο Ιατρό. Κατόπιν επιστρατεύονται φάρμακα όπως τα αντιφλεγμονώδη, η κολχικίνη, τα στεροειδή στην αρχική αντιμετώπιση και η αλλοπουρινόλη στην πρόληψη. Η ενυδάτωση και η σωστή δίαιτα , με αποφυγή συγκεκριμένων τροφών κρίνεται απαραίτητη.
Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι το φάσμα της υπερουριχαιμίας μπορεί να εκτείνεται από μία απλή αλλά ιδιαίτερα επώδυνη ποδάγρα μέχρι ένα σύνθετο αιματολογικό/ογκολογικό νόσημα με σημαντικές επιπτώσεις και ως εκ τούτου η άμεση και ενδελεχής διερεύνηση της κρίνεται αναγκαία.